Το citycampus συνάντησε τον Ορέστη Παπαϊωάννου, το φοιτητή του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του ΑΠΘ που κέρδισε το Α’ Βραβείο Σύνθεσης στον Παγκόσμιο Διαγωνισμό Σύνθεσης Antonín Dvořák, στην κατηγορία Νεαρών Συνθετών, καθώς και δύο ακόμα βραβεία, το Βραβείο για καλύτερο έργο αυστηρού στυλ και το Βραβείο καλύτερης τονικής μουσικής.
Ο διαγωνισμός διεξήχθη στην Πράγα της Τσεχίας όπου μέσα σε πέντε μέρες, από 17-31 Ιουλίου, οι διαγωνιζόμενοι κλήθηκαν να γράψουν δύο νέα έργα βασισμένα σε μουσικά θέματα που δόθηκαν από την Επιτροπή του Διαγωνισμού. Στόχος του Διαγωνισμού είναι να προωθήσει νέους ταλαντούχους συνθέτες από όλο τον κόσμο και είναι αφιερωμένος στον μεγάλο Τσέχο συνθέτη, Antonín Dvořák. Στον τελικό του Διαγωνισμού συμμετείχαν συνθέτες ηλικίας 18-23 ετών, από 19 χώρες από όλον τον κόσμο.
Ο Ορέστης Παπαϊωάννου γεννήθηκε το 1993 στη Σητεία αλλά μεγάλωσε στην Έδεσσα και όπως μας είπε αισθάνεται πολύ τυχερός που φοίτησε σε ένα από τα πιο ποιοτικά ωδεία της Β. Ελλάδος, το Δημοτικό Ωδείο Έδεσσας με διευθυντή τον κ. Γιάννη Γκουράνη. Εκεί ξεκίνησε στην τρυφερή ηλικία των 6 μαθήματα μουσικής προπαιδείας, στην ηλικία των 8 ξεκίνησε μαθήματα κλαρινέτου και σήμερα τελειώνει τις σπουδές του στην φούγκα ενώ έχει πάρει ήδη το δίπλωμα κλαρινέτου με τον Δημήτρη Παπαϊωακείμ.
Ορέστη, πώς επέλεξες να σπουδάσεις στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΑΠΘ;
Ο κύριος Γκουράνης και η αγάπη μου προς τη μουσική και τη σύνθεση ήταν αυτά που με ώθησαν να σπουδάσω στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου, στην τάξη σύνθεσης του Χρήστου Σαμαρά.
Και στον διαγωνισμό πώς αποφάσισες να συμμετάσχεις; Το έμαθες μόνος σου ή σε πληροφόρησε κάποιος καθηγητής σου;
Ο κύριος Σαμαράς γενικότερα μας παροτρύνει να λαμβάνουμε μέρος σε διαγωνισμούς εντός και εκτός συνόρων, γιατί πιστεύει στην ποιότητα της τάξης που έχει δημιουργήσει. Έτσι αποφάσισα να συμμετάσχω στο συγκεκριμένο διαγωνισμό, για τον οποίο είχα ακούσει πολύ καλά λόγια στο παρελθόν.
Ποια είναι η διαδικασία του διαγωνισμού και τι ήταν αυτό που σου έκανε περισσότερη εντύπωση;
Ο διαγωνισμός διενεργούνταν σε δύο φάσεις. Στην πρώτη έπρεπε να στείλουμε τον Μάρτιο ένα έργο μας, ενώ οι συνθέτες που πέρασαν στην δεύτερη φάση ήταν είκοσι τέσσερις από δεκαεννιά χώρες του κόσμου. Στην δεύτερη φάση οι 24 συνθέτες πήγαμε στην Πράγα, όπου γράψαμε εκ νέου άλλα δύο έργα μέσα σε πέντε μέρες. Αυτά τα έργα ήταν και αυτά που κρίθηκαν στην τελική φάση. Η διαφορά αυτού του διαγωνισμού με άλλους διαγωνισμούς σύνθεσης είναι το γεγονός ότι πρέπει μέσα σε πέντε μέρες να κριθεί η δημιουργική μας ικανότητα, ενώ στους υπόλοιπους κρίνεται το έργο που έχεις στείλει και έχεις γράψει «με την ησυχία σου».
Αυτό που μου έκανε περισσότερη εντύπωση ήταν η απίστευτη οργάνωση του διαγωνισμού, οι αυστηροί όροι αλλά και το φιλικό κλίμα που επικρατούσε. Δεν θύμιζε διαγωνισμό, είχαμε γίνει όλοι μία παρέα και η βράβευση έμοιαζε σαν μία λεπτομέρεια της τελευταίας ημέρας.
Ποιες τρεις λέξεις θα περιέγραφαν τα συναισθήματά σου όταν έμαθες για τη διάκριση;
Πάγωμα στην αρχή, γιατί δεν το είχα συνειδητοποιήσει, έπειτα συγκίνηση και τιμή.
Ήσουν ο πρώτος από το πανεπιστήμιο σου που συμμετείχε στον εν λόγω διαγωνισμό;
Ο κύριος Σαμαράς θαυμάζει ιδιαίτερα τον συγκεκριμένο διαγωνισμό και έχει μία παράδοση να στέλνει άτομα. Έχουν συμμετάσχει άλλοι τρεις συμφοιτητές μου τα προηγούμενα χρόνια, που είχαν μάλιστα φέρει και κάποια βραβεία.
Πέρα από τη διάκριση τι ήταν το πολυτιμότερο που κέρδισες από το διαγωνισμό;
Η πίεση του χρόνου νομίζω πως λειτούργησε θετικά σε εμένα. Ήταν ένα πάρα πολύ δημιουργικό πενθήμερο και άλλαξε τον τρόπο της δουλειάς μου από εδώ και πέρα. Αποφάσισα να δουλεύω όσο πιο κοντά στο “ωράριο Πράγας” γιατί είδα και ο ίδιος ότι αποδίδει! Το πολυτιμότερο όμως που κέρδισα θα έλεγα ότι ήταν η επαφή με τόσο ενδιαφέροντα άτομα από όλον τον κόσμο, με τα οποία πλέον ανταλλάζουμε ιδέες και υλικό και κρατάμε σχέσεις. Χαίρομαι πολύ που θα ξαναπάω στην Πράγα του χρόνου, όπου θα παιχτούν τα έργα μου και θα ξαναδώ κάποιους από αυτούς.
Ο διαγωνισμός διεξήχθη στην Πράγα, υπήρξε κάποια χρηματοδότηση της συμμετοχής σου;
Δυστυχώς δεν υπήρξε. Απ’ ό,τι συζήτησα με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες, τα πανεπιστήμιά τους είχαν χρηματοδοτήσει τα αεροπορικά τους εισιτήρια (ακόμα και στον Julian, που είχε έρθει από την Νέα Υόρκη). Εγώ τα έβαλα όλα από την τσέπη μου, αλλά ευτυχώς ξεπληρώθηκαν και κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Ορέστη, για κάποιους ή μουσική είναι χόμπι, για σένα επάγγελμα. Τι κάνεις στον ελεύθερό σου χρόνο;
Θα έλεγα ότι τη μουσική ποτέ δεν μπορεί να την δει κάποιος αυστηρά σαν επάγγελμα. Και στον ελεύθερό μου χρόνο πάλι μουσική θα ακούσω, με μουσική θα ασχοληθώ, θα παίξω κλαρινέτο… Δεν με αφήνει ποτέ ήσυχο. Κατά τ’ άλλα παρακολουθώ συναυλίες, κινηματογράφο και θέατρο όσο μπορώ. Πάλι καλά, παρά την κρίση, υπάρχουν ακόμα στην Θεσσαλονίκη πολλές αξιόλογες συναυλίες από την ΚΟΘ και από άλλους οργανισμούς, καθώς και θεατρικές παραστάσεις.
Είσαι ικανοποιημένος από όσα προσφέρει το πανεπιστήμιο σου; Τι θα ήθελες να αλλάξει σε αυτό;
Δυστυχώς μας επηρέασε και μας η περικοπή των κονδυλίων, καθώς δεν μπόρεσαν να εκτελεστούν πολλά έργα συνθετών λόγω της περιορισμένης χρηματοδότησης των μουσικών. Πιστεύω ότι το ΑΠΘ θα έπρεπε να προωθήσει πιο ουσιαστικά την δουλειά που γίνεται στο τμήμα, καθώς ακόμα υπάρχουν άτομα που δεν ξέρουν καν ότι υπάρχει.
Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον; Μπήκες ποτέ στο δίλημμα μένω Ελλάδα ή φεύγω στο εξωτερικό;
Τα σχέδια μου είναι να κάνω ένα μεταπτυχιακό πάνω στη σύνθεση σε κάποιο πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Το δίλημμα Ελλάδα ή εξωτερικό υπάρχει πολύ έντονο. Πιστεύω πως οι καταστάσεις θα δείξουν που θα καταλήξω. Αν η Ελλάδα μπορέσει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες μου, ευχαρίστως να μείνω, αλλά αυτή τη στιγμή κάτι τέτοιο μοιάζει πολύ δύσκολο.
Η συνέντευξη παραχωρήθηκε στη συντάκτρια Λαμπρινή Πλιάτσικα και αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Citycampus.gr. Η αναπαραγωγή της χωρίς την έγγραφη συναίνεση του citycampus δεν επιτρέπεται.