Η Μεγάλη Χίμαιρα του Μ. Καραγάτση
Της Ελίζας Σακκά
Όταν η ζωή κυλάει ευτυχισμένη, οι μέρες διαβαίνουν τόσο απαρατήρητες, που αν καμιά φορά τις αθροίσουμε, απομένουμε στοχαστικοί μπροστά στον αναπάντεχα μεγάλο αριθμό τους.
Διασκευή: Στρατής Πασχάλης
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου
Παίζουν: Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Μάξιμος Μουμούρης, Δημήτρης Μοθωναίος, Σμαράγδα Σμυρναίου, Ειρήνη Φαναριώτη, Αναστασία Γιαννιώτη, Ειρήνη Μπρουλιδάκη, Μυρτώ Μπρουλιδάκη, Μανιώ Τάρλοου, Καίτη Μανωλιδάκη, Δημήτρης Τάρλοου
Η Μεγάλη Χίμαιρα παίζεται για τρίτη σεζόν με μεγάλη επιτυχία, με sold out παραστάσεις και με πολλά βραβεία και διακρίσεις στο δυναμικό της.
Λίγα λόγια για την υπόθεση
Η γαλλίδα Μαρίνα Μπαρέ σε ένα ταξίδι της με το πλοίο Χίμαιρα, συναντά έναν Έλληνα εφοπλιστή, τον Γιάννη Ρεΐζη, ερωτεύονται, παντρεύονται και επιστρέφουν στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Σύρο, όπου και θα μείνουν μόνιμα. Η Μαρίνα κουβαλάει ένα δύσκολο παρελθόν, το οποίο δε θέλει να θυμάται και δε μοιράζεται με κανέναν, ούτε με τον άντρα της. Το παρελθόν της την έχει στιγματίσει και εξακολουθεί να καθορίζει σε κάποιο βαθμό τις επιλογές της. Στη νέα της ζωή στη Σύρο ασχολείται πολύ με την Ελληνική γλώσσα, λογοτεχνία, ποίηση και, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, από Γαλλίδα γίνεται σιγά-σιγά Ελληνίδα. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο στην πλοκή παίζουν οι σχέσεις της Μαρίνας με την πεθερά της, τη Ρεΐζαινα, και τον αδερφό του Γιάννη, το Μηνά.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η Μεγάλη Χίμαιρα αποτελεί μαζί με τον Γιούγκερμαν και το Συνταγματάρχη Λιάπκιν την τριλογία με κεντρικό τίτλο «Εγκλεισμός κάτω από το Φοίβο». Είναι ένα λεπτομερές ψυχογράφημα, το οποίο έγραψε ο Καραγάτσης το 1936. Παρουσιάζει εκτενώς την ψυχοσύνθεση της Μαρίνας, τις αντιφάσεις της ανθρώπινης ψυχής, το πάθος που κυριεύει σε μερικές περιπτώσεις το ανθρώπινο μυαλό και το οδηγεί σε ολέθριες επιλογές («Η Μήδεια είναι ο φυσιολογικός άνθρωπος, που το ερωτικό πάθος του σκοτίζει το λογικό, όπως στον κάθε φυσιολογικό άνθρωπο»). Η γραφή του Καραγάτση είναι εντυπωσιακή, μεταδίδει με μαεστρία συναισθήματα και εικόνες, ενώ ο αναγνώστης συναντά συχνά φράσεις που συμπυκνώνουν βαθιά νοήματα («οι ζωντανοί έχουν το βάσανο της μνήμης»).
Η άποψή μου για την παράσταση
Η έναρξη της παράστασης έμοιαζε περισσότερο με κινηματογραφική ταινία, παρά με θεατρική παράσταση, καθώς μας διηγήθηκε ένα περιστατικό της ζωής της Μαρίνας στη Γαλλία με τη μορφή ασπρόμαυρης ταινίας. Ο ίδιος τρόπος αφήγησης επιλέχθηκε και σε αρκετά άλλα σημεία της παράστασης, είτε όταν αφορούσαν το παρελθόν της, είτε όταν τα διαδραματιζόμενα γεγονότα δεν μπορούσαν να δραματοποιηθούν ικανοποιητικά στη μικρή σκηνή του θεάτρου. Κατά τη γνώμη μου, αυτό το σκηνοθετικό εύρημα ήταν αρκετά έξυπνο και ενδιαφέρον, καθώς ο σκηνοθέτης επέλεξε να αποφύγει τις προχειρότητες που δε θα ήταν εξίσου αποτελεσματικές στην απεικόνιση σκηνών του βιβλίου και να χρησιμοποιήσει το τέχνασμα της ταινίας, όπου τα πράγματα είναι προφανώς ευκολότερα. Ένα στοιχείο που με εντυπωσίασε ήταν το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των διαλόγων είχε μεταφερθεί ατόφιο από το βιβλίο, διάλογοι με δύναμη, με συμπυκνωμένη σοφία, που βρίθουν οξυδέρκειας και διεισδυτικότητας στην ανθρώπινη ψυχή. Η πρωταγωνίστρια ήταν εξαιρετική, με εκφραστικές και κινησιολογικές ικανότητες που μετέφεραν με ακρίβεια και σαφήνεια τα εκάστοτε συναισθήματά της, ήταν δυναμική και ταυτόχρονα εύθραυστη, άλλοτε πρωταγωνίστρια της ζωής της και άλλοτε παρασυρμένη από τις ορμές της άφηνε να αναδειχθούν η αδυναμία της και η επιρροή του παρελθόντος της. Επιπλέον, το τέλος της παράστασης αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση στο θεατή, γλυκιά, γιατί πρόκειται για ένα πολύ έξυπνα σκηνοθετημένο φινάλε και πικρή, γιατί η κατάληξη γεννά προβληματισμό και μελαγχολία. Τέλος, η μουσική της παράστασης είναι απρόσμενα προσεγμένη, με τη μαγική ικανότητα να βάζει τους θεατές σχεδόν αυτόματα στο κλίμα της παράστασης και της εποχής της.
Η Μεγάλη Χίμαιρα ήταν για μένα μία νοηματικά και συναισθηματικά μεστή παράσταση που μου άφησε καλές εντυπώσεις και θα την πρότεινα ως μία καλή παράσταση. Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω ότι μου άρεσε η παράσταση, γιατί λάτρεψα το βιβλίο.