Ο ρόλος του Brexit στην εκπαίδευση
Της Ελίζας Σακκά
Η 23η Ιουνίου αποτέλεσε μία ιστορική ημέρα για τη Μ.Βρετανία, η οποία αποφάσισε, μετά από διαδικασία δημοψηφίσματος και μέσα σε ένα πλαίσιο ανασφάλειας και αναταραχής, την αποχώρησή της από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μία απόφαση που δεν έρχεται μόνη της, αλλά τη συνοδεύουν πολυποίκιλες συνέπειες στους τομείς της κοινωνικής, οικονομικής, πολιτικής ζωής και όχι μόνο. Ένας από τους τομείς που επηρεάζονται είναι η εκπαίδευση και συγκεκριμένα η τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ανησυχία και αμφιβολία είναι δύο λέξεις, οι οποίες μπορούν να περιγράψουν με ακρίβεια την παρούσα κατάσταση.
Ερωτήματα ανακύπτουν σχετικά με το τι θα συμβεί με τους αλλοεθνείς φοιτητές που, είτε βρίσκονται ήδη στο έδαφος της Μ.Βρετανίας και φοιτούν σε κάποιο πανεπιστήμιο, είτε σκοπεύουν να μεταβούν εκεί για προπτυχιακές ή μεταπτυχιακές σπουδές, αν και σε ποιο βαθμό θα χάσουν τα προνόμιά τους, ενώ δεν είναι ακόμα σαφές αν και πόσο θα επηρεαστούν τα δίδακτρα των πανεπιστημίων. Ακόμα, υπάρχουν αμφιβολίες για το αν θα συνεχίσουν προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε, όπως το Erasmus+ και αν θα εξακολουθήσει η Ε.Ε να υποστηρίζει την έρευνα στα βρετανικά πανεπιστήμια, όπως έκανε στο παρελθόν. Σε όλα αυτά τα ερωτήματα δεν έχουν ακόμα δοθεί ικανοποιητικές και σαφείς απαντήσεις. Είναι ακόμα πρώιμο να απαντηθούν με βεβαιότητα τα παραπάνω ερωτήματα, αφού δεν έχει ακόμα ενεργοποιηθεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, όπου ορίζεται η διαδικασία αποχώρησης, ούτε έχουν ξεκινήσει οι ανάλογες διαπραγματεύσεις.
Οι απαντήσεις, που έχουν δοθεί έως τώρα, αν και βρίθουν αμφιβολιών και ασάφειας, μοιάζουν εκ πρώτης όψεως καθησυχαστικές. Αναφορικά με το καθεστώς των αλλοδαπών φοιτητών που προέρχονται από κράτη-μέλη της Ε.Ε, αυτό φαίνεται να μην επηρεάζεται άμεσα από την απόφαση του δημοψηφίσματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι μελλοντικοί αλλοδαποί φοιτητές δε θα αντιμετωπίσουν μία εντελώς, ίσως, διαφορετική κατάσταση, η οποία θα διαμορφωθεί με βάση την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών. Επιπλέον, τα δίδακτρα των πανεπιστημίων δεν πρόκειται να επηρεαστούν άμεσα, καθώς η διαδικασία αποχώρησης είναι χρονοβόρα και μπορεί να διαρκέσει έως και δύο χρόνια από την έναρξη των διαπραγματεύσεων. Στο χρονικό αυτό διάστημα, τα δίδακτρα θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα και θα αυτό θα ισχύει μέχρι και την ακαδημαϊκή χρονιά 2018-2019, ενώ οι φοιτητές που θα εγγραφούν εκείνη τη χρονιά θα εξακολουθήσουν να καταβάλλουν τα ίδια δίδακτρα καθ’όλη τη διάρκεια των σπουδών τους, ακόμα και μετά το πέρας των διαδικασιών.
Επιπροσθέτως, θα εξακολουθήσουν να χορηγούνται δάνεια και υποτροφίες στους φοιτητές που προέρχονται από κράτη-μέλη της Ε.Ε και για την ακαδημαϊκή χρονιά που μόλις ξεκίνησε. Ως προς τα προγράμματα στο πλαίσιο του Erasmus+, έχει εξασφαλιστεί η συνέχισή τους και για την τρέχουσα ακαδημαϊκή χρονιά, αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ο νόμος της Ε.Ε εξακολουθεί να ισχύει μέχρι η Μ.Βρετανία να πάψει να είναι μέλος της, ρύθμιση στην οποία συμπεριλαμβάνονται και όλα τα προγράμματα που χρηματοδοτούνται μέσω του Erasmus+. Ωστόσο, τα βρετανικά πανεπιστήμια θα πρέπει να πιέσουν την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για να κατοχυρώσουν τη δυνατότητα συμμετοχής τους σε αυτό το πολύτιμο πρόγραμμα ανταλλαγής. Τέλος, η Ε.Ε θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί μέσω των προγραμμάτων της την έρευνα και την καινοτομία στα βρετανικά πανεπιστήμια κατά το έτος 2016-2017, όμως η μακροπρόθεσμη συμμετοχή των βρετανικών πανεπιστημίων στα ευρωπαϊκά επιστημονικά προγράμματα θα κριθεί από την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων.
Όπως γίνεται αντιληπτό, τίποτα δεν είναι σίγουρο τόσο για το μέλλον της Μ.Βρετανίας, όσο και για το μέλλον της Ε.Ε. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένας νευραλγικός τομέας της βρετανικής ζωής, η αξία του οποίου αποτιμάται τόσο επιστημονικά όσο και οικονομικά. Γι’ αυτό και πρέπει σύντομα να δοθούν ικανοποιητικές απαντήσεις. Η Ε.Ε θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια πρωτόγνωρη διαδικασία, καθώς για πρώτη φορά θα εφαρμοστεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας και θα κληθεί να ανταποκριθεί σε ένα διπλό ρόλο, να συμβάλει και να διευκολύνει την αποχώρηση της Μ.Βρετανίας σεβόμενη την ετυμηγορία του βρετανικού λαού και ταυτόχρονα να προασπίσει την ενότητά της και τα δικαιώματα των πολιτών της.