Άρωμα Φθινοπώρου
“Autumn approaches
and the heart begins to dream”
__ Bashō, from The Sound of Water
Ο πρόλογος κάθε ακαδημαϊκού έτους, όπως πάντα, ξεκινάει με αυτήν την ιδιαίτερη και για μία μάλλον μειονοτική ομάδα αγαπητή εποχή, το φθινόπωρο. Σιγά σιγά η θερμοκρασία πέφτει και ο ήλιος λιγοστεύει όλο και περισσότερο τις επισκέψεις του. Πάραυτα, επειδή ζούμε στην Ελλάδα το καλοκαίρι πάντα κρατάει λίγο παραπάνω και ο Σεπτέμβρης χαρίζει λίγη από τη φθινοπωρινή του γοητεία στις καλοκαιρινές θερμοκρασίες. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως η εποχή δεν έχει αλλάξει. Οι διακοπές βρίσκονται στο τέλος τους και νέες εργασίες -ότι είναι για τον καθένα αυτές- τοποθετούνται προ των πυλών. Μία νέα αρχή ξεκινάει σχετική με ήδη γνωστά πράγματα ή με τελείως άγνωστα. Το καλύτερο, λοιπόν, ξεκίνημα στην ιστορία του νέου ακαδημαϊκού έτους σηματοδοτείται από την αντικατάσταση του κλασσικού «μια φορά κι έναν καιρό» με τη λέξη «πετριχώρ ή πετριχώρος»! Και επειδή για τους περισσότερους αποτελεί μια άγνωστη μέχρι τώρα λέξη αλλά πολύ γνώριμη εμπειρία και αίσθηση, ευθύς αμέσως σπεύδω να σας προσφέρω την εξήγηση.
Η συγκεκριμένη λέξη, με επίσημη καταγωγή την αγγλική «Petrichor», χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1964 από ορισμένους Αυστραλούς ερευνητές για τους σκοπούς ενός επιστημονικού άρθρου. Ετυμολογικά προκύπτει από την σύζευξη των ελληνικών λέξεων «πέτρα» και «ἰχώρ», με την τελευταία να αναφέρεται στην αρχαιοελληνική μυθολογία ως το χρυσό υγρό που έρεε στις φλέβες των θεών του Ολύμπου. Αυτός ο ιδιαίτερος συνδυασμός έρχεται να περιγράψει για πρώτη φορά πολύ απλά αυτό που όλοι αισθανόμαστε, κάθε φορά, τέτοια εποχή μα δεν μπορούμε ακριβώς να περιγράψουμε παρά μόνο περιφραστικά: το παράξενο, δροσερό και μελαγχολικό άρωμα που έπεται της βροχή! Αυτή τη μυρωδιά του υγρού χώματος που δηλώνει ευθέως τον τερματισμό των ηλιόλουστων ημερών μαζί με όλες τις σύνοδες αναμνήσεις τους και την έναρξη μίας νέας εποχής, μίας νέας αρχής μέσα από τη λυτρωτική κάθαρση της έντονης πλην αναγκαίας βροχής.
Πίσω στην πρακτική ουσία της λέξης, οι συγκεκριμένοι μελετητές ανέλυσαν πως αυτή η ιδιαίτερη οσμή αναδύεται από ένα έλαιο, το οποίο παράγεται από κάποια φυτά κατά την διάρκεια των περιόδων ξηρασίας, και το οποίο απορροφάται από τα μαλακά πετρώματα του εδάφους. Κατά τη διάρκεια της βροχόπτωσης, τα έλαια αυτά απελευθερώνονται και καταφεύγουν στον αέρα μαζί με το μείγμα της γεωσμίνης, μίας οργανικής χημικής ένωσης που παράγεται από κάποιες ομάδες ακτινοβακτηρίων/ ακτινομυκήτων στο έδαφος. Το ευδιάκριτο και μοναδικό άρωμα που έπεται των φθινοπωρινών βροχοπτώσεων οδήγησε έτσι στη σύλληψη του ονόματος αυτού , το οποίο με έναν τρόπο περιγράφεται ως το χρυσάφι που αναδύεται από την πέτρα , «the blood of the stone» όπως ανέφεραν και οι ίδιοι οι επινοητές του ονόματος.
Η χαρακτηριστική μυρωδιά του υγρού εδάφους μετά τη βροχή δημιουργείται με αυτόν τον τρόπο από τον συνδυασμό ελαίου και γεωσμίνης, ενώ αντίθετα στις περιπτώσεις κατά τις οποίες επρόκειτο για ηλεκτροφόρες καταιγίδες απελευθερώνεται το στοιχείο τους όζοντος, η οσμή του οποίου όντας η ίδια αρκετά έντονη μεταφέρεται μέσω του αέρα σε περιοχές που η καταιγίδα ακόμα δεν έχει φτάσει. Αυτό είναι που δημιουργεί το άρωμα της καταιγίδας που πλησιάζει και όχι αυτής που έχει ήδη τελεστεί. Fun Fact: Το όζον («ozone») προέρχεται επίσης από την ελληνική λέξη «όζω» που σημαίνει μυρίζω, αναδίδω ορισμένη μυρωδιά, χαρακτηριστικό το οποίο παρατηρήθηκε από τον Christian Friedrich Schönbein, γύρω στο 1830.
Εν συνεχεία, μόλις το 2015 ερευνητές από το ΜΙΤ, επαναφέροντας τον όρο «petrichor», διαπίστωσαν ότι όταν μία σταγόνα βροχής φτάσει σε πορώδες έδαφος (π.χ. χώμα), αέρας από τους πόρους σχηματίζει μικρές φυσαλίδες, οι οποίες επιπλέουν στην επιφάνεια και απελευθερώνουν αερολύματα. Τα τελευταία ευθύνονται για τη μεταφορά αυτής έντονης οσμής της βροχής ως το δικό μας οσφρητικό σύστημα, ενώ συνάμα κομίζουν και βακτήρια του εδάφους.
Σχετικά με τα προαναφερθέντα, αρκετοί μελετητές πιστεύουν ότι, από εξελικτικής απόψεως, οι άνθρωποι εκτιμούν τη μυρωδιά της βροχής ακριβώς διότι προσέφερε πληροφορίες απαραίτητες για την επιβίωση των προγόνων μας. Έτσι, ίσως να μπορούσαν να προφυλαχθούν από μεγάλες καταποντίσεις, από πιθανές μολύνσεις ή ακόμη και να έβρισκαν μέρη με εύφορο έδαφος και νερό. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο πως σε όλους μας είναι γνωστό αυτό το ιδιαίτερο άρωμα, ενώ ταυτόχρονα μας προκαλεί τόσες ποικίλες συναισθηματικές αποκρίσεις.
Υπό μία βιοψυχολογική οπτική, όπως όλες οι μυρωδιές, έτσι και σε αυτήν εντοπίζεται μία έντονη σύνδεση με το συναίσθημα και τη μνήμη. Δεν είναι μόνο μία απλή παρατήρηση, αλλά τουναντίον η εξήγηση εδράζεται στην ανατομία του εγκεφάλου. Τα οσφρητικά ερεθίσματα, εν αντιθέσει με όλα τα υπόλοιπα αισθητηριακά σήματα, οδηγούνται απευθείας στον οσφρητικό βολβό, ο οποίος με τη σειρά του έχει άμεσες συνδέσεις με την αμυγδαλή και τον ιππόκαμπο (ομάδες νευρώνων του εγκεφάλου). Η αμυγδαλή σχετίζεται με τις συναισθηματικές αποκρίσεις, ενώ ο ιππόκαμπος με τις αναμνήσεις αντίστοιχα σε μία πολύ απλουστευμένη ανάλυση. Αυτός είναι και ο πιθανός λόγος που οι διάφορες οσμές μας ξυπνούν άμεσα πολύ έντονες και ζωντανές εικόνες, αναμνήσεις και συναισθήματα.
Συνεπώς, δεν είστε οι μόνοι που βιώνεται κάθε χρόνο το άρωμα της βροχής ως μία εμπειρία συγκινητική, μελαγχολική και νοσταλγική. Είναι συνδεδεμένη με δικές σας προηγούμενες αναμνήσεις, με προηγούμενες αρχές φθινοπώρου από τότε που θυμάστε τον εαυτό σας. Ίσως ακόμη να μην αποτελεί μόνο προσωπικώς κατασκευασμένο κειμήλιο, αλλά ένα εξελικτικά εντυπωμένο αποτύπωμα στο DNA από τις εμπειρίες των προγόνων μας.
Σχολεία, σχολές και εργασία ξεκινάνε πάλι από την αρχή. Το άρωμα του φθινοπώρου επενδύει την καθημερινή ρουτίνα, που ξαναρχίζει, με μια δική του μαγεία μέσω μιας λυτρωτικής βροχής που ανακουφίζει από την ανελέητη καλοκαιρινή ζέση και ταυτόχρονα θρέφει το έδαφος ώστε να γίνει γόνιμος φορέας των χειμερινών μόχθων που θα ακολουθήσουν καθ’όλη τη χρονιά . Αφήστε συνεπώς τη φθινοπωρινή αυτή μαγεία να σας συνεπάρει στις νέες ευκαιρίες που έχει να προσφέρει. Και ως προσωπικός λάτρης του φθινοπώρου, προτείνω: Απολαύστε!
«Το φθινοπωρινό του φως λάμπει στα κρύσταλλα της πόλης καθώς σιγά σιγά το καλοκαίρι λιώνει /Έτσι ταξίδεψα πολύ κατά τις δυτικές ακτές/ είδα τα σώματα γλυκόπιοτων κολυμβητών να φθίνουν/ κάτω απ’ τις λάμψεις του γκαζιού, τα είδα/ σε αμμουδιές από άσπρη πορσελάνη να νυχτώνουν/ Μα εγώ εκείνον θέλησα. Στην πόλη του ξαναγυρνώ/ στους πολυέλαιους της νύχτας ξαναρχίζω»
Νίκος, Α., Ασλάνογλου. Φως του Σεπτέμβρη.